Άσχημα Πιθοίγια
Γνωριστήκαμε τυχαία την πρώτη μέρα των Ανθεστηρίων. Ομορφονιός ήτανε, δεκαεφτάχρονος, όχι παραπάνω, αν και στο δροσερό του πρόσωπο φύτρωνε ήδη πλούσια γενειάδα. Η Αγορά, εκείνην την ώρα, έσφυζε από ζωή. Οι δούλοι ετοιμάζονταν ν’ ανοίξουν τα πρώτα πιθάρια με τον οίνο της χρονιάς.
Ήπιαμε με την ψυχή μας μπρούσκο, ανέρωτο κρασί και σαν πέρασε η ώρα, σε πλήρη ευθυμία, καταλήξαμε σ’ ένα παρακατιανό κρασοπουλειό. “Πάμε κάπου να είμαστε μόνοι, οι δυο μας”, μου ψιθύρισε στο αυτί. Άλλο που δεν ήθελα εγώ!
Βγήκαμε στην αφέγγαρη νύχτα, περασμένη η ώρα, βαθύ το σκοτάδι. Πήγα να του πιάσω το χέρι.
Ήταν, φαίνεται, όλα προσχεδιασμένα. Σκιές ξεχύθηκαν από το πουθενά, ουρλιάζοντας ακατανόμαστες ύβρεις. Αρχίσανε να με χτυπάνε όλοι με λύσσα, πρώτος-πρώτος ο παραλίγο ερωμένος μου.
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick