Ένα Πιθκιαύλι Νηπενθές
Ο Μουσταφάς, ο Γιωργής κι ο Εδεχέμ, ήτανε φιλαράκια απ’ τα μικράτα τους. Αγγλική περιουσία ήτανε η Κύπρος, τότες.
Πεντάρφανοι κι οι τρείς, παραδομένοι στις Μοίρες, δεθήκανε με δεσμούς συνωμοτικούς. Φτιάξανε συμμορία. Μάθανε από νωρίς-νωρίς τις σκληρές αλήθειες της ζωής, τ’ ανέβα και τα κατέβα της.
Μια κακή ώρα, καθαρίσανε έναν Εγγλέζο με βαρύ κεμέρι. Κίναιδος ήτανε, τα γύρευε ο κώλος του, μα οι αρχές της εποχής δεν τ’ άφηναν ατιμώρητα τέτοια καμώματα. Τους κάμανε γρήγορα τσακωτούς.
Το ικρίωμα ήταν τώρα στημένο, έτοιμο. Κοσμάκης μαζεμένος, πολύς, σιωπηλός· δεν περίσσευαν θρήνοι. Είχανε, λέει ο θρύλος, μια στερνή επιθυμία. Θέλανε να χορέψουνε γαμπριάτικο χορό, και την άκρια του μαντηλιού να την κρατά ο Εγγλέζος δήμιος.
Κάποιος, από κάπου μακριά, φυσούσε ήδη ένα πιθκιαύλι.
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick