Γεροντοέρωτας
Ο τελευταίος των Κυνοκέφαλων, ο Χριστόφορος, θαρρούσε ότι είχε βρει το ταίρι του στο δροσερό πρόσωπο της Αγριόπης, δόκιμης ιέρειας της Εκάτης, στη μακρινή Στρατονίκεια. Από μια γεροντική ξιπασιά, ξάφνου ήθελε να γίνει πατέρας· λογάριαζε ότι ατιμώρητος θ’ αψηφούσε τη θεϊκή βούληση: το γένος του έπρεπε να εκλείψει!
Η φεγγαρογεννημένη Έμπουσα, θεόσταλτη κατάρα, δεν άργησε να τον γυρέψει. Στη θωριά της, του κοπήκανε τα ήπατα· μα ποιος θνητός δε θα σκιαζότανε μπροστά της;
“Ήρθε η ώρα σου”, γρύλισε το δαιμονοθήλυκο, τραβώντας απ’ το ζωνάρι της ένα γιακούτικο μαχαίρι. Ορμώντας κατά πάνω της, ξεθηκάρωσε κι εκείνος. Αλίμονο, ακόμα κι η Αφροδίτη του είχε γυρίσει πια την πλάτη. Ξεψύχησε με τ’ όνομα της καλής του στα πελιδνά του χείλη· η αγάπη, λένε, καθαγιάζει…
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick