Θύμηση
Ξέπνοος, αισθάνθηκα το ποδάρια μου να λύνονται. Δεν μπορούσα να κρατιέμαι άλλο όρθιος. Γονατίζοντας, σε πρωταντίκρυσα· θυμάσαι; Παραδομένη στο θανατικό, είχες αρχίσει να λυγίζεις κι εσύ. Εκείνα τα πελώρια μάτια σου, αξέχαστα! Καθρέφτιζαν όλη του κόσμου την απόγνωση· μα είχα κι εγώ, θαρρώ, το ίδιο πυρετικό βλέμμα.
Κατά σμήνη πετάριζαν αυτόμολες οι ψυχές πάνω απ’ την εκατόμβη, ελεύθερα χελιδόνια στον ανοιξιάτικο ουρανό. Αξέχαστο θέαμα!
“Χωρίς τους ανθρώπους”, τιτίβιζαν αναμεταξύ τους, “θα επουλωθούν οι πληγές της μάνας Γης”. Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου! Ήμουνα σίγουρος ότι κι εσύ, ψυχορραγώντας, καταλάβαινες τη γλώσσα τους. Απίστευτο πώς πανηγυρίζανε το ξεκλήρισμά μας!
Σε είδα που έφευγες να σμίξεις με το σμήνος, εκεί ψηλά. Μετά, τίποτα. Σκοτάδι και παγωνιά. Είμαι από εκείνους τους άτυχους, που επιβίωσαν…
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick, 121 Words