Λιγούρα
“Κύριε, ἀνάπαυσον τὴν ψυχὴν του… ἐν τόπῳ χλοερῷ… ἔνθα ἀπέδρα στεναγμός”, έκοβε λόγια, συντομεύοντας την εξόδιο ακολουθία ο τραγόπαπας, επειδή τού έτρεχαν τα σάλια.
Μέσα στη σιωπή που ακολούθησε, σταυροκοπηθήκαμε όλοι σκυθρωποί· οι νεκροθάφτες σήκωσαν αγόγγυστα το βαρύτατο φορτίο τους.
“Τον καλοτάιζε, τον αποδημήσαντα, με γαρδούμπες και σπληνάντερα, με μουσακάδες και σουτζουκάκια, ώσπου τα κακάρωσε ο άμοιρος δούλος Του”, μουρμούρισε τακτοποιώντας τα εργαλεία της δουλειάς του στην Άγια Τράπεζα ο παππάς, κι η τροφαντή κοιλιά του γουργούρισε δυνατά.
Ήταν χρυσοχέρα η χήρα, το ήξερε άπασα η πολίχνη μας. Με την αφορμή, το τραπέζι της θα στρωνόταν μ’ όλα τα καλούδια του Θεού, σκεφτόμασταν όλοι και, τεθλιμμένοι, ξερογλυφόμασταν άλλοι για τις αφράτες σεφταλιές της κι άλλοι για το λαχταριστό κοκκινιστό της χαροκαμένης.
#121λέξεις #121words #flashfiction #μικρομυθοπλασία #Άσκηση_Γραφής #Raskolnick #bonsaistoriesflashfiction #shortstory #shortstoriescollection