Ο Αρχιστράτηγος
Οι αέρηδες λυσσομανούσαν ανατριχιαστικά. Ο Αρχιστράτηγος, βγήκε από τη σκηνή του αγνοώντας τον χαιρετισμό του άγρυπνου φρουρού.
Μέσα στο πηχτό σκοτάδι, άρχισε να βολοδέρνει κατηφής, με κεφάλι βαρύ απ’ τις σκοτούρες.
Το λυκαυγές τον βρήκε καθισμένο ψηλά, σ΄ έναν βράχο που δέσποζε του κοιμισμένου στρατοπέδου. Αισθανόταν περήφανος με το σχέδιο της τελικής αντεπίθεσης που είχε εξυφάνει ως την παραμικρή λεπτομέρεια.
Ικανοποιημένος πλέον, έστρεψε το βλέμμα του προς την ανατολή τη στιγμή που η πρώτη ηλιαχτίδα χάιδευε το κουρασμένο του πρόσωπο.
Κοιτάζοντας χαμηλότερα, άρχισε να τρέμει σύγκορμος. Όλη η άμμος είχε εξαφανιστεί, την είχε σηκώσει η νυχτερινή ανεμοθύελλα. Τώρα, ο δυστυχής, δεν είχε που να χώσει το κεφάλι του. Πελιδνός, σηκώθηκε όρθιος, έκανε ένα βήμα μπροστά κι αφέθηκε να πέσει στο κενό.
#121λέξεις | #121words | #flashfiction | #μικρομυθοπλασία | #Άσκηση_Γραφής |#Raskolnick | 121 Words