Το όπλον δουλικώτατον
Σαν κάποτε αποείδανε οι Πρεσβύτεροι και μ’ εξοστρακίσανε απ’ τα πατρογονικά μου επειδή γλυκοκοίταζα τη γυναικαδερφή μου, στους πέντε δρόμους βρέθηκα χωρίς στον ήλιο μοίρα. Κατατάχτηκα μισθοφόρος στο στρατό· σφενδονίτης, τι άλλο, ο άπορος!
Εκστρατείες δεν γινόντουσαν εκείνο τον καιρό, ακόμα έγλυφε ο κοσμάκης τις πληγές του προηγούμενου πολέμου· οι άνδρες γκάστρωναν τις συζύγους τους, ελπίζοντας σε καλύτερες μέρες.
Άπραγοι στο στρατόπεδο, λιμοκτονούσαμε. Μας μάζεψε ένας δέκαρχος λεβέντης· το και το, μας είπε. Ξεκινήσαμε το πλιάτσικο. Στην αρχή μόνο για να γεμίσουμε τ’ άδεια στομάχια μας. Σύντομα καταλάβαμε τη γλύκα που δίνει στον άνθρωπο η δύναμη των όπλων. Πήραμε και δημόσια αξιώματα· όπου να’ ναι, θα κυβερνήσουμε. Ποιος να κοντοβολήσει, να αντιμιλήσει! Θα πάει απ’ το βόλι μου, το έχω ορκιστεί!
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick