“Motel Makeover”, νωρίτερα
Ήταν ακόμα ποθητή, τροφαντή ζωντοχήρα, όταν η κόρη της άνοιξε φτερά πετώντας μακριά. Αισθάνθηκε να τη ρουφά ένα κενό. Ήξερε, όμως, πώς θα ξεπερνούσε το σοκ του απογαλακτισμού. Γκαστρώθηκε μ’ έναν περαστικό μηχανόβιο που της γυάλισε, πισωκαβάλησε, και πήρανε τους δρόμους.
Όσο η γαστέρα της φούσκωνε, όλα ήσανε μέλι-γάλα. Μα όταν γεννήθηκε ο μπέμπης, αλλάξανε τα πράγματα, δεν χωρούσανε μαζί οι τρεις τους.
Μια μέρα σαν ξύπνησε, κατάλαβε ότι ο λεγάμενος είχε καβαλήσει τη Χάρλει. Μπας και τον είδατε. Είχε αφήσει εβδομήντα δολάρια και μισό μπουκάλι μαύρο ρούμι.
Ο μικρός, αγουροξυπνημένος κι εκείνος, κοίταζε τη μάνα του απ’ την κούνια, σαν να της έλεγε: “Ανάθεμα την ώρα που με γέννησες”.
“Θα πορευτούμε μωρό μου”, ψιθύρισε εκείνη, φτιάχνοντας τον πρωινό καφέ της…
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick, 121 Words