Άλυτη, ακόμη…
Ο μαυροντυμένος, ψιλόλιγνος νεαρός με το πρόωρα θαρρείς γερασμένο πρόσωπο, περπατεί μέσα στο πλήθος, σαν υπνωτισμένος. Μέσα στη φούρια της πολυκοσμίας, κανείς δεν του δίνει σημασία.
Aναπολεί: Τελευταία επιθυμία σου ήτανε, σαν έφτανε εκείνη η ώρα, να σε αποτεφρώσουμε. Ήθελες να παραχώσουμε τις στάχτες σου στη γλάστρα της αγαπημένης σου ορτανσίας. Πάντα ήσουν ρηξικέλευθη, μητέρα, σ’ εσένα οφείλω την ανατροφή, την επιτυχία μου, τα πάντα όλα· αλλά αυτό είναι διαφορετικό! Τώρα που κείται το σηπόμενο κορμάκι σου στο νεκροτομείο του δημοτικού γηροκομείου, όλα φαντάζουν δυσκολότερα. Ο Ραββίνος, όταν πήγα να του εξηγήσω την κατάσταση, με πρόγκηξε άσχημα.
Κοντοστέκεται, σηκώνει το βλέμμα στον ουρανό. “Λατρεμένη μου, απαιτείς πικρό ενοίκιο για την εννεάμηνο”, αναστενάζει μεγαλόφωνα, κοιτώντας στο πουθενά. Οι διαβάτες προσπερνούν αδιάφοροι. Σουρουπώνει.
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick