Ανταρσία
H κατάρα του τόπου ήτανε, η σκρόφα! Απ’ τ’ απόκρημνο κορφοβούνι με τις ομορφοχτισμένες πεζούλες ως κάτω την ακροθαλασσιά, η γη ήτανε δική της, τα νερά ήτανε δικά της· ναι, κι εμείς τα ζωντανά, δικά της ήμαστε!
Η δεκάτη που μας άφηνε για να ζήσουμε, δεν έφτανε. Στην αρχή την πήραμε με το καλό. Στείλαμε την αντιπροσωπεία των γερόντων, από πίσω κι εγώ. Άκουσε ανέκφραστη τα παράπονά μας· αμίλητη, αδιάφορη, μας έδιωξε. Τι να κάναμε; Αρχίσανε οι κλεψιές. Έχανε το δεξί του χέρι, όποιος πιανότανε στα πράσα. Μετά τ’ αριστερό, αν αποκοτούσε να ξανακλέψει.
Όταν μας χτύπησε η σιτοδεία, ξεσηκωθήκαμε. Μπροστάρηδες μπήκανε οι κουλοί, κάμποσοι ήτανε. Τη σύραμε έξω από το καστρόσπιτό της και τηνε κάψαμε ζωντανή, τη μάγισσα. Προσώρας ανασάναμε!
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick