Σμίξιμο Παλιόφιλων
Τινάχτηκα από τον ύπνο μου σαν αίλουρος που τον είχε κεντρίσει ηλεκτρική εκκένωση. Μέσα στο σκοτάδι, η φιγούρα του λαμπύριζε. Μου χαμογελούσε στραβά, κατά που συνήθιζε. Τον είχαμε θάψει την προηγούμενη. Δεν ξέρω γιατί, αλλά θεώρησα εντελώς φυσιολογική την αλλόκοτη παρουσία του. Πέταξα από πάνω μου τα στρωσίδια και τον πλησίασα. Ήθελα να τον αγκαλιάσω. Με σταμάτησε μ’ ένα νεύμα απότομο. Το πρόσωπό του τώρα είχε σοβαρέψει· σχεδόν με τρόμαζε. Πάντα αμίλητος, κάνοντάς μου νόημα να τον ακολουθήσω, μου γύρισε την πλάτη.
Ύστερα χάθηκε μέσα στον τοίχο. Έκπληκτος, διαπίστωσα ότι ούτε για μένα, τον ζωντανό, η συμπαγής ύλη αποτελούσε εμπόδιο. Δεν ήθελα να κοιτάξω πίσω μου, γιατί κάτι μου έλεγε ότι θα έβλεπα το άψυχο κορμί μου, κουκουλωμένο με τις κουβέρτες.
Χανιά, 23 Οκτωβρίου 2020, για τον Β.Κ.
#121λέξεις, #121words , #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick, 121 Words