Σύμπτωση
Στον μακρινό ορίζοντα, μισοβουτηγμένος στη θάλασσα, ο Ήλιος αποχαιρετούσε.
Κατσούφης, άναβε το ένα τσιγάρο με την καύτρα του άλλου. Το καραφάκι του ούζου απάνω στο ανεμοδαρμένο τραπεζάκι, κόντευε. Ο μεζές απείραχτος. Φώναζε από μακριά ότι έχει σεκλέτια.
Γύρω-γύρω ερημιά. Οι Μοίρες είχαν αδειάσει την παραλία.
Την ησυχία του σούρουπου έσχισε μια γυναικεία κραυγή. Σήκωσε το βλέμμα και διέκρινε τους παφλασμούς στ’ ανοιχτά. Στάθηκε όρθιος. Απέναντι, ο γεροντάκος που κρατούσε το καφενείο, είχε αναστατωθεί κι αυτός.
Τρεκλίζοντας, άρχισε να γδύνεται κι ώσπου να φτάσει στην ακροθαλασσιά είχε μείνει με το εσώρουχο. Κοντοστάθηκε. Μετά το πέταξε κι αυτό, βουτώντας θεόγυμνος στα χλιαρά νερά. Με δυνατές απλωτές, πλησίασε τη μεσόκοπη κοκκινομάλλα. Την άρπαξε βίαια απ’ τα μαλλιά, τραβώντας την μαζί του στο σκοτεινό βυθό.
#121λέξεις, #121words, #flashfiction, #μικρομυθοπλασία, #Άσκηση_Γραφής, #Raskolnick, 121 Words